Είχε λατρεία με την αρχαία Ελλάδα, ήταν ευφυής, εξαιρετικά μορφωμένος, φανατικός αναγνώστης, συλλέκτης έργων τέχνης, εσωστρεφής και χαμηλών τόνων. Όλα αυτά έρχονταν σε μεγάλη αντίφαση με τη ζωή που είχε διαλέξει. Συναναστρεφόταν διάσημους καλλιτέχνες και ήταν παρών στις διεθνείς σκηνές των ξέφρενων πάρτυ. Φίλοι του ήταν η πριγκίπισσα Νταιάνα, ο Ελτον Τζον, ο Ερικ Κλάπτον, η Μαντόνα,  ο Στινγκ, η Σερ και οι Ντουράν -Ντουράν.  Ο άνθρωπος που έφερε τη μόδα της πασαρέλας στην καθημερινότητα, ο Τζάνι Βερσάτσε, έζησε μια κινηματογραφική ζωή, έντονη…  μέχρι το τέλος του.

Πρώιμα χρόνια

Ισχυριζόταν ότι η οικογένεια του κινούνταν στον χώρο της μόδας κι από παιδί είχε αμέτρητα ερεθίσματα. Στην πραγματικότητα η μητέρα του Φράνκα ήταν μια επιτυχημένη μοδίστρα και ο μικρός Τζάνι κυκλοφορούσε συνεχώς στο ατελιέ της, στο Ρέτζιο της Καλαβρίας στη Νότια Ιταλία. Αν και ξεκίνησε να σπουδάζει αρχιτεκτονική, τα παράτησε γρήγορα γιατί κατάλαβε ότι αυτό που αγαπούσε ήταν η μόδα. Το όνομα του έγινε ευρέως γνωστό όταν έντυσε την Αλντα Μπαλέστρα, τη Μις Ιταλία του 1970. Αρχικά εργαζόταν δίπλα στον Αρνάλντο Τζιρομπέλι, ιδιοκτήτη των εταιρειών Genny, Complice και Gallaghan. To 1978 όμως με την υποστήριξη της οικογένειας Τζιρομπέλι ίδρυσε τον δικό του οίκο μόδας, ο οποίος από την αρχή ήταν οικογενειακή υπόθεση. Ο ίδιος είχε δηλώσει σε συνέντευξη του «Νομίζω ότι το δυνατό στοιχείο του οίκου Versace είναι η οικογένεια». Ο αδερφός του Σάντο είχε αναλάβει τα οικονομικά και η αδερφή του Ντονατέλα ήταν η γυναικεία οπτική στο ατελιέ.

Πορεία

Ο Βερσάτσε άρχισε να ντύνει διασημότητες κι όπως ήταν πανέξυπνος και πρωτοποριακός, εκμεταλλεύτηκε τη δύναμη που του παρείχαν οι συναναστροφές του για να αλλάξει σταδιακά πολλά κατεστημένα στη μόδα. Τα σχέδια του έστελναν το μήνυμα της αισθησιακής ελευθερίας στους δρόμους και συχνά αντιμετώπιζε κριτική για αντικειμενοποίηση της γυναίκας. Οι άλλοι σχεδιαστές δεν τον έβλεπαν πάντα με καλό μάτι. Η μεγαλύτερη του διαμάχη περί των “πρέπει“ στη μόδα υπήρξε με τον Τζόρτζιο Αρμάνι και η αρχισυντάκτρια της Vogue Αννα Γουίντορ είχε αποτυπώσει αυτή τη διαμάχη με τη φράση «Ο Βερσάτσε ντύνει την ερωμένη, ο Αρμάνι ντύνει τη σύζυγο».

Ο Βερσάτσε επηρεαζόταν από το παρελθόν, αλλά κοίταζε το μέλλον. Η τεχνολογία ήταν ένα σημαντικό κομμάτι στη δουλειά του. Όπως έλεγε «Το μέλλον βρίσκεται στην τεχνολογία, είκοσι πέντε τοις εκατό της δουλειάς μου σε κάθε κολεξιόν είναι αφιερωμένο στη τεχνολογική έρευνα. Όλα είναι μια εξέλιξη. Ουσιαστικά εργάζομαι στην ίδια σιλουέτα. Το καινούριο κρύβεται στα υλικά.» Επίστρωνε, αλληλοεπικάλυπτε υλικά για να παρουσιάσει νέες υφές και εφέ. Από τα πιο χαρακτηριστικά υλικά του ήταν το όροτον το οποίο πρωτοπαρουσίασε σε μια κολεξιόν στην όπερα του Παρισιού, το 1982. Ουσιαστικά ήταν ένα αέρινο ύφασμα που έμοιαζε με πλεκτή αλυσίδα και θύμιζε μεσαιωνικούς πολεμιστές. Εξάλλου η αγάπη του για την ιστορία ήταν γνωστή. Το όρατον έγινε ένα από τα βασικά υφάσματα του οίκου και χρησιμοποιήθηκε σε πολλές κολεξιόν κυρίως σε μεταλλικά χρώματα, χρυσό και ασημί. Μια άλλη καινοτομία του ήταν η τεχνική του τεχνογκλάμουρ (technoglamour), όπου εφάρμοσε βερνίκι σε μετάξι κάνοντας το να μοιάζει με βινύλ. Πάντρευε συνεχώς υλικά ακριβά με φθηνά, παρουσιάζοντας απρόσμενους συνδυασμούς για κομμάτια υψηλής ραπτικής. Αυτό όμως ήταν και το χαρακτηριστικό του. Η αντίθεση μεταξύ πλούσιου και φτωχού, τρελού και εκλεπτυσμένου.

Ο Τζάνι Βερσάτσε δεν άλλαξε τους κώδικες μόνο στα υλικά της υψηλής ραπτικής, αλλά έθεσε και τους δικούς του κανόνες στο ανθρώπινο δυναμικό της μόδας. Τα μοντέλα του τα έκλεινε αποκλειστικά για τις επιδείξεις του και παράλληλα τα χρησιμοποιούσε και για τις διαφημιστικές καμπάνιες του οίκου,  κάτι που για την εποχή εκείνη ήταν πρωτοφανές. Φυσικά, την αποκλειστικότητα αυτή την πλήρωνε και με το παραπάνω. Δημιούργησε τη χρυσή ομάδα των κοριτσιών που δεν σηκώνονταν από το κρεβάτι για λιγότερα από 10.000 δολλάρια. Ήταν τα τοπ μόντελς (top models) ένας όρος που δημιουργήθηκε από τον Βερσάτσε και ουσιαστικά «έσβησε» μαζί του. Η Ναόμι Κάμπελ, η Σίντι Κρόφορντ, η Λίντα Εβαντζελίστα, η Ελενα Κρίστενσεν, η Κέιτ Μος, η Κρίστι Τέρλινγκτον, η Κάρεν Μούλντερ ήταν τα χρυσά κορίτσια της εποχής που είχαν μεγαλύτερη φήμη κι από τους αστέρες του Χόλιγουντ. Η τρίνιτι, ήταν η Αγία τριάδα των μοντέλων (Λίντα Εβαντζελίστα, Κρίστι Τέρλινγκτον και Ελενα Κρίστενσεν) που πρωταγωνιστούσαν στην καμπάνια του οίκου το 1991. Ο σχεδιαστής είχε το χάρισμα να ξεχωρίζει τις γυναίκες και όσες είχαν την τύχη να βρεθούν κοντά του και να φορέσουν κάποιο ρούχο του έλαμπαν μέσα σε αυτό. Λένε ότι η Ελίζαμπεθ Χάρλει οφείλει την καριέρα της στο φόρεμα του Βερσάτσε, με τον οποίο εμφανίστηκε στο πλευρό του Χιου Γκραντ, στην πρεμιέρα της ταινίας «Τέσσερις γάμοι και μια κηδεία». Ήταν το φόρεμα από τη συλλογή «Punk» με τις χρυσές παραμάνες και τις μαύρες λωρίδες που κάλυπταν μόνο τα απαραίτητα.

Μια άλλη ιδιαιτερότητα για την εποχή που καθιέρωσε ο σχεδιαστής ήταν η προσθήκη των μουσικών καλλιτεχνών στις επιδείξεις του. Ο Βερσάτσε αντλούσε έμπνευση από τη μουσική και είχε πολλές επαφές με γνωστά καλλιτεχνικά ονόματα. Η συμμετοχή τους στις επιδείξεις του είχαν σαν αποτέλεσμα να καταλήγουν όλες οι παρουσιάσεις σε γιορτές μόδας και αξέχαστα πάρτι.

Το τέλος

Κάθε πρωί ο βοηθός του Βερσάτσε πήγαινε να αγοράσει τον καφέ του σχεδιαστή από μια κοντινή καφετέρια. Το πρωί της 15ης Ιουλίου του 1997, ο Τζάνι Βερσάτσε πήγε μόνος του να πάρει τον καφέ του. Επιστρέφοντας στο σπίτι του, στο Casa Casuarina στο Μαιάμι πυροβολήθηκε από τον ζιγκολό  Αντριου Κουνάναν δύο φορές στο κεφάλι. Ολόκληρος ο κόσμος της μόδας ήταν σε σοκαριστική κατάσταση. Σύμφωνα με τους New York Times την εποχή του θανάτου του Βερσάτσε, η επιχείρηση είχε πωλήσεις άνω των 800 εκατομμυρίων δολαρίων και υπήρχαν 130 μπουτίκ σε όλο τον κόσμο. Η Ιταλία θρήνησε τον χαμό του Τζάνι Βερσάτσε με μια συγκινητική κολεξιόν «Φόρο τιμής» στη Σκαλινάτα της Ρώμης. Στην επίδειξη παρουσιάστηκαν κάποια χαρακτηριστικά σύνολα του Βερσάτσε, καθώς και δημιουργίες άλλων σχεδιαστών. Καθόλη τη διάρκεια της παρουσίασης ακούγονταν οι στίχοι του τραγουδιού “Every breath you take” των Police, έπειτα από παράκληση της οικογένειας του, η οποία όμως δεν ήταν σε θέση να παρευρεθεί στο «αποχαιρετιστήριο πάρτι». Η Μέδουσα, το μυθολογικό τέρας, σήμα κατατεθέν του οίκου, δεν κατάφερε να «πετρώσει» τον θύτη του.

*Ολόκληρη η ιστορία του εμβληματικού οίκου αποτυπώνεται από την Λάια Φάραν Γκρέιβς στο βιβλίο Versace, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός, στο πλαίσιο της σειράς «Τα μικρά βιβλία της μόδας». Στοιχεία για τη ζωή του Βερσάτσε, αλλά και οι φωτογραφίες που έχουν χρησιμοποιηθεί στο άρθρο είναι από το ομώνυμο βιβλίο.

 

*Ολόκληρο το κείμενο με περισσότερες φωτογραφίες στην HuffPost.gr

Translate »

Pin It on Pinterest